=====================================
Πτώση Μετεωρίτη στη Ρωσία —
540ή Επέτειος Γέννησης του Ν. Κοπέρνικου

=====================================

Στις 15 Φεβρουαρίου 2013, ένας μικρός αστεροειδής με διάμετρο 17-20 μέτρα και μάζα περίπου 11.000 τόνων, εισήλθε στην ατμόσφαιρα της Γης πάνω από τη Ρωσία (στις 09:20 περίπου, τοπική ώρα) με ταχύτητα περίπου 18 χιλιόμετρα το δευτερόλεπτο και έγινε ορατό ως φωτεινό μετέωρο στη βόρεια περιοχή της οροσειράς των Ουραλίων. Πριν από την είσοδό του στην ατμόσφαιρα, λόγω του σχετικά μικρού μεγέθους του, δεν είχε εντοπιστεί από τις αρμόδιες διαστημικές υπηρεσίες οι οποίες εστιάζουν στην ανίχνευση αντικειμένων διαμέτρου τουλάχιστον 100 μέτρων.

Τελικά το μετέωρο εξερράγη στον αέρα σε ύψος που εκτιμάται από 15 έως 25 χιλιόμετρα, πάνω από την περιφέρεια Chelyabinsk (Τσέλιαμπινσκ), προκαλώντας έντονη λάμψη, θραύσματα και ένα ισχυρότατο ωστικό κύμα. Η ισχύς της έκρηξης ήταν 20 έως 30 φορές μεγαλύτερη από την ισχύ της έκρηξης της ατομικής βόμβας που έπεσε στη Χιροσίμα το 1945.

Περισσότερα από 1000 άτομα τραυματίστηκαν, στη συντριπτική πλειοψηφία τους από τα επακόλουθα της έκρηξης (ζημιές σε κτίρια από το ωστικό κύμα, π.χ. σπασμένα τζάμια) και όχι από το ίδιο το μετέωρο.

Κατά σύμπτωση, την ίδια ημέρα αλλά περίπου 16 ώρες αργότερα, ένας ακόμη αστεροειδής με την ονομασία “2012 DA14” προσέγγισε τη Γη στην πλησιέστερη απόσταση που έχει βρεθεί ποτέ ουράνιο αντικείμενο του οποίου προηγουμένως έχει προβλεφθεί η τροχιά. Συγκεκριμένα, ο “2012 DA14” πέρασε σε απόσταση από τη Γη μόλις 27.700 χιλιομέτρων, μια απόσταση μικρότερη όχι μόνο από αυτή της Σελήνης από τη Γη, αλλά μικρότερη ακόμη και από την απόσταση στην οποία κινούνται πολλοί τηλεπικοινωνιακοί δορυφόροι. Οι διαστημικές υπηρεσίες NASA και ESA επιβεβαιώνουν ότι τα δύο γεγονότα δεν σχετίζονται μεταξύ τους.

Η τροχιά του “2012 DA14” είχε υπολογιστεί με ακρίβεια από τη NASA και είχε αποκλειστεί κάθε πιθανότητα πρόσκρουσης. Ωστόσο, αν ένα τέτοιο αντικείμενο διαμέτρου περίπου 30 μέτρων και μάζας περίπου 40.000 τόνων, προσέκρουε στη Γη, θα απελευθέρωνε ενέργεια περίπου 2,5 μεγατόνων TNT, δηλαδή όσο ένα ισχυρό πυρηνικό όπλο. Τέτοιου είδους γεγονός συνέβη το 1908 όταν ένα μετέωρο διαμέτρου 30-40 μέτρων ισοπέδωσε δασική έκταση 1.200 τετραγωνικών χιλιομέτρων στην ακατοίκητη περιοχή της Tunguska (Τουνγκούσκα) στη Σιβηρία.

Προς επεξήγηση ορισμένων εννοιών που προαναφέρθηκαν, διευκρινίζουμε ότι:

Η παρουσία μετεώρων και η αίσθηση απειλής από ουράνια αντικείμενα, αναφέρονται μέσα στην Αγία Γραφή ως σημεία των ημερών που θα προηγηθούν της δεύτερης έλευσης του Ιησού Χριστού για να παραλάβει την εκκλησία Του (αρπαγή της εκκλησίας):

«και θέλουσι γείνει κατά τόπους σεισμοί μεγάλοι και πείναι και λοιμοί, και θέλουσιν είσθαι φόβητρα και σημεία μεγάλα από του ουρανού» (Λουκάς 21:11)

Ενώ στη συνέχεια, κατά την επταετία του αντιχρίστου («μεγάλη θλίψη») και πριν τη Δευτέρα Παρουσία του Ιησού Χριστού, αναφέρονται και καταστροφικές πτώσεις μετεωριτών:

«Και ο τρίτος άγγελος εσάλπισε, και έπεσεν εκ του ουρανού αστήρ μέγας καιόμενος ως λαμπάς, και έπεσεν επί το τρίτον των ποταμών, και επί τας πηγάς των υδάτων» (Αποκάλυψη 8:10)

«Αλλ’ εν εκείναις ταις ημέραις, μετά την θλίψιν εκείνην, ο ήλιος θέλει σκοτισθή και η σελήνη δεν θέλει δώσει το φέγγος αυτής και οι αστέρες του ουρανού θέλουσι πίπτει και αι δυνάμεις αι εν τοις ουρανοίς θέλουσι σαλευθή. Και τότε θέλουσιν ιδεί τον Υιόν του ανθρώπου ερχόμενον εν νεφέλαις μετά δυνάμεως πολλής και δόξης» (Μάρκος 13:24-26)

====================================================================

Ο Νικόλαος Κοπέρνικος (Nicolaus Copernicus: 19 Φεβρουαρίου 1473 – 24 Μαΐου 1543) ήταν Πολωνός αστρονόμος που έγινε γνωστός επειδή λίγο πριν το θάνατό του εξέδωσε το έργο «Έξι Βιβλία για τις Περιστροφές των Ουρανίων Σφαιρών» (“De Revolutionibus Orbium Coelestium Libri VI”) το οποίο αποτέλεσε τη βάση για την εξέλιξη της σύγχρονης αστρονομίας. Μέσα από το έργο αυτό ο Κοπέρνικος υποστήριξε την ηλιοκεντρική θεωρία, δηλαδή την άποψη ότι στο κέντρο του ηλιακού μας συστήματος βρισκόταν ο Ήλιος και όχι η Γη, όπως πιστευόταν μέχρι τότε.

Η άποψη ότι η Γη βρίσκεται ακίνητη στο κέντρο του σύμπαντος και όλα τα ουράνια σώματα περιφέρονται γύρω από αυτή (γεωκεντρικό σύστημα) εντοπίζεται ήδη στους προσωκρατικούς φιλοσόφους (6ος αιώνας π.Χ.) αλλά οι βασικές αρχές αυτού του μοντέλου διασαφηνίστηκαν από τον Πλάτωνα και τον μαθητή του, Αριστοτέλη, τον 4ο αιώνα π.Χ.. Αργότερα, το 2ο αιώνα π.Χ., ο Πτολεμαίος βελτίωσε και καθιέρωσε το γεωκεντρικό σύστημα (που ονομάστηκε και πτολεμαϊκό σύστημα) εισαγάγοντας τα κατάλληλα μαθηματικά και τις περίφημες επικύκλιες κινήσεις. Το μοντέλο αυτό εξηγούσε πολύ ικανοποιητικά τις κινήσεις των πλανητών (με σφάλμα της τάξης μόνο λίγων μοιρών) γι’ αυτό και επικράτησε για περίπου 14 αιώνες. Όμως, περίπου έναν αιώνα πριν τον Πτολεμαίο, ο Αρίσταρχος ο Σάμιος (3ος αιώνας π.Χ.) είχε προτείνει ένα ηλιοκεντρικό μοντέλο για το ηλιακό σύστημα.

Ο Κοπέρνικος, έχοντας μελετήσει το σύστημα του Πτολεμαίου, θεώρησε ότι το γεωκεντρικό σύστημα, με όλη αυτή την πολυπλοκότητα των επικύκλιων κινήσεων, δεν μπορεί να ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Ταυτόχρονα, έχοντας υπόψη του τη θεωρία του Αρίσταρχου, διατύπωσε την άποψη ότι ο Ήλιος βρίσκεται στο κέντρο και όλοι οι άλλοι πλανήτες, συμπεριλαμβανομένης και της Γης, περιφέρονται γύρω του αλλά και γύρω από τον άξονά τους, πράγμα που απλοποιεί την εξήγηση της φαινόμενης κίνησης των ουρανίων σωμάτων από την επιφάνεια της Γης.

Από φόβο ότι θα παρεξηγηθεί από τους ανθρώπους του περιβάλλοντός του, από τους κύκλους διανοουμένων της εποχής του αλλά και από την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, ο Κοπέρνικος δεν δημοσίευσε τη θεωρία του, παρά μόνο λίγα χρόνια πριν το θάνατό του και υπό την πίεση του μαθητή του, Ραιτικού (Rheticus). Ακόμη όμως και τότε, ως μέτρο προφύλαξης, επισημαινόταν στον πρόλογο του έργου του ότι η θεωρία αυτή δεν είναι απαραίτητο ότι ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, απλώς είναι μια υποθετική θεώρηση που θα καθιστούσε ευκολότερη τη μελέτη και τους υπολογισμούς σχετικά με τις κινήσεις των ουρανίων σωμάτων.

Μέχρι τότε, η άποψη του Κοπέρνικου είχε διαδοθεί αποσπασματικά ή περιληπτικά αλλά είχε φθάσει και μέχρι τον τότε πάπα, Κλήμη Ζ’, ο οποίος την υποδέχθηκε θετικά. Μετά το θάνατο του Κοπέρνικου (1543) αρχικά δεν υπήρχαν αντιδράσεις και στις αρχές του 17ου αιώνα, ήδη αρκετοί αστρονόμοι και μορφωμένοι της εποχής γνώριζαν και υποστήριζαν τη νέα θεωρία.

Όσον αφορά τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, η αρχικά θετική στάση της αντιστράφηκε μέσα σε λιγότερο από έναν αιώνα. Το 1600 ο μοναχός Τζορντάνο Μπρούνο, υποστηρικτής της Κοπερνίκειας θεωρίας (ο οποίος μάλιστα πρόσθετε σ’ αυτή και την άποψη ότι τα αναρίθμητα άστρα είναι ήλιοι σαν τον δικό μας με πλανήτες γύρω τους), καταδικάστηκε σε θάνατος διά πυράς στη Ρώμη μετά από επτά χρόνια φυλάκισης. Το 1616 το δικαστήριο της Ιεράς Εξέτασης καταδίκασε το ηλιοκεντρικό σύστημα και το έργο του Κοπέρνικου εντάχθηκε στον κατάλογο των απαγορευμένων βιβλίων μέχρι το 1835.

Οι αντιδράσεις αυτές οφείλονται στο γεγονός ότι η ανακάλυψη του ηλιοκεντρισμού στρέφεται ενάντια στο αλάθητο και την εξουσία του θρησκευτικού κατεστημένου, καθώς από τη μια πλευρά αμφισβητεί την πεποίθηση ότι η Αγία Γραφή υποστηρίζει το γεωκεντρικό σύστημα, ενώ από την άλλη πλευρά μπορεί να υποθάλψει μια πολιτισμική επανάσταση όπου οι δεδομένες αξίες, οι στερεότυπες αντιλήψεις και οι παραδεδεγμένες εξουσίες θα τεθούν υπό αμφισβήτηση από το λαό που μέχρι τότε υποτασσόταν πειθήνια σε αυτές.

Όσον αφορά το πρώτο σκέλος, θα πρέπει να διευκρινήσουμε ότι η αντίληψη πως η Αγία Γραφή υποστηρίζει το γεωκεντρικό σύστημα, είναι λανθασμένη. Πρόκειται για παρερμηνεία ενός χωρίου από το βιβλίο του Ιησού του Ναυή (κεφ. 10 §12-13) στο οποίο η αφήγηση φαίνεται να δίνει την εντύπωση ότι η Γη είναι ακίνητη ενώ ο Ήλιος κινείται. Δεν θα πρέπει όμως να ξεχνούμε ότι η Αγία Γραφή, αν και περιέχει συνεπείς επιστημονικές αναφορές, εν τούτοις δεν είναι επιστημονικό εγχειρίδιο αλλά είναι γραμμένη σε γλώσσα απλή και καθημερινή. Το συγκεκριμένο χωρίο λοιπόν δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να χρησιμοποιηθεί ως επιχείρημα υπέρ της άποψης ότι η Αγία Γραφή υποστηρίζει το γεωκεντρικό σύστημα, διότι η αφήγηση αποδίδει το περιστατικό με τον απλό τρόπο έκφρασης ενός παρατηρητή στην επιφάνεια της Γης. Άλλωστε και στη σύγχρονη εποχή πολλές φορές χρησιμοποιούμε εκφράσεις του τύπου: «ο Ήλιος πήγε πίσω από τα δέντρα» όχι επειδή πιστεύουμε στο γεωκεντρικό σύστημα αλλά θέλοντας να εκφράσουμε το περιστατικό με απλό τρόπο, ως παρατηρητές πάνω στην επιφάνεια της Γης.

Όσον αφορά το δεύτερο σκέλος, πράγματι, οι επιστημονικές ανακαλύψεις των αιώνων που ακολούθησαν, οδήγησαν στη διεύρυνση των πνευματικών οριζόντων της ανθρωπότητας και στην απαλλαγή από την τυφλή υποταγή στα θρησκευτικά κατεστημένα. Όμως μαζί με την κατάρρευση όλων αυτών των συστημάτων δεν θα πρέπει να ισοπεδώνονται οι αλήθειες της Αγίας Γραφής, οι οποίες άλλωστε στην πραγματικότητα δεν βασίζονται στην κατάπνιξη της επιστημονικής προόδου, ούτε υφίσταται ανάγκη να επιβληθούν με εξουσιαστικό τρόπο, αλλά η ισχύς τους αναδεικνύεται κατά τρόπο αβίαστο και αδιάψευστο.

Πολλές φορές λοιπόν, με την λανθασμένη εντύπωση ότι η επιστήμη ανέτρεψε δεδομένα της Αγίας Γραφής, διατυπώνεται η εξής συλλογιστική πορεία:

Τα αποτελέσματα της παραπάνω συλλογιστικής, θεωρήθηκε ότι θα οδηγούσαν τον άνθρωπο σε ψυχική απελευθέρωση, πρόοδο και ενδυνάμωση της προσωπικότητάς του, επειδή θα τον οδηγούσαν στην «επίγνωση της πραγματικότητας». Εν τούτοις βλέπουμε ότι η πίστη στην καθαρά τυχαία και ζωώδη (άρα και ασήμαντη μέσα στο Σύμπαν) προέλευση του ανθρώπου, αφαιρεί από τη ζωή το νόημά της και κατά συνέπεια θέτει ως κύριο στόχο την αναζήτηση της προσωπικής ανάδειξης και της σωματικής ευχαρίστησης.

Μια τέτοια κοσμοθεωρία όμως είναι αποτυχημένη όχι μόνο επειδή ευθύνεται για τη σύγχυση και τη δυστυχία που διέπει τις σύγχρονες ανθρώπινες κοινωνίες, αλλά επιπλέον επειδή και τα τρία βήματα της συλλογιστικής που αναφέραμε παραπάνω, έρχονται να καταρριφθούν από τα νεότερα επιστημονικά δεδομένα (περισσότερες λεπτομέρειες παρατίθενται στο σχετικό υλικό της δεξιάς στήλης):

***

Τα περιεχόμενα του άρθρου αποτελούν περίληψη της εκπομπής
"Χριστιανισμός και Επιστήμη" της 21/02/2013.