========================
Σχέσεις Γονέων
και Εφήβων
========================
Ακρογωνιαίο λίθο για την οικοδόμηση μιας υγιούς σχέσης μεταξύ γονέων και παιδιών αποτελεί η διδαχή του Λόγου του Θεού, καθώς μέσα σε Αυτόν περιέχονται όλες οι απαραίτητες παιδαγωγικές αρχές καθώς και ο τρόπος εφαρμογής τους. Γι’ αυτό και αναφέρεται η προτροπή:
«Μόνον πρόσεχε εις σεαυτόν και φύλαττε καλώς την ψυχήν σου, μήποτε λησμονήσης τα πράγματα τα οποία είδον οι οφθαλμοί σου, και μήποτε χωρισθώσιν από της καρδίας σου, κατά πάσας τας ημέρας της ζωής σου· αλλά δίδασκε αυτά εις τους υιούς σου και εις τους υιούς των υιών σου» (Δευτερονόμιον κεφ. 4/δ’ §9)
Πρόσφατη έρευνα του Πανεπιστημίου Κολούμπια στη Νέα Υόρκη με σκοπό να φανεί πώς η δομή της οικογένειας επιδρά στην εμπλοκή των παιδιών στα ναρκωτικά, το αλκοόλ και τη βία, έδειξε τα εξής:
Στη μονογονεϊκή οικογένεια όπου υπάρχει μόνο μητέρα, υπάρχει 30% περισσότερη πιθανότητα για ένα παιδί να εμπλακεί σε ναρκωτικά, αλκοόλ και εκδηλώσεις βίας σε σχέση με ένα παιδί που μεγαλώνει και με τους δύο γονείς του.
Σε μια οικογένεια όπου και οι δύο γονείς είναι παρόντες αλλά η σχέση του παιδιού με τον πατέρα είναι άσχημη, υπάρχει 68% περισσότερη πιθανότητα εμπλοκής του παιδιού στα παραπάνω (δηλ. σε σχέση με το πρώτο συμπέρασμα, καλύτερα να μην υπήρχε πατέρας παρά να υπάρχει αλλά να μην έχει καλή σχέση με τα παιδιά).
Σε μια οικογένεια όπου υπάρχουν και οι δύο γονείς και οι σχέσεις με τα παιδιά είναι καλές, ιδιαίτερα με τον πατέρα, η παραπάνω πιθανότητα είναι μικρότερη από 6%.
Αναδεικνύονται λοιπόν δύο καθοριστικοί παράγοντες:
Η δομή της οικογένειας (μονογονεϊκή ή αν υπάρχουν και οι δύο γονείς).
Η λειτουργία της οικογένειας όσον αφορά τις σχέσεις μεταξύ των μελών της.
Έρευνα του FBI με σκοπό τη σκιαγράφηση του προφίλ ενός νέου ανθρώπου που δυνητικά θα μπορούσε να εξελιχθεί σε δολοφόνο ο οποίος θα προκαλούσε π.χ. μια μαζική δολοφονία συμμαθητών του, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το βασικό κοινό χαρακτηριστικό τέτοιων ανθρώπων είναι είτε η φυσική απουσία του πατέρα είτε η απουσία του πατέρα από τη γονεϊκή διαδικασία, παρόλο που μπορεί να υπάρχει ως φυσική παρουσία μέσα στο σπίτι.
Τέλος, έρευνα μιας από τις πιο φημισμένες ιατρικές σχολές στο Dartmouth, εξέτασε 260 επιμέρους επιστημονικές έρευνες από άλλα ιδρύματα σχετικά με τους νέους και διαπίστωσε ότι ο άνθρωπος από τη στιγμή της γέννησής του είναι βιολογικά «κατασκευασμένος» για να αναπτύσσει διαπροσωπικές σχέσεις. Στα συμπεράσματά της η μελέτη αυτή αναφέρει ότι αν ένας γονιός θέλει να περάσει τις αξίες του στα παιδιά του θα πρέπει να κάνει τουλάχιστον δύο πράγματα:
1ον) να αναπτύξει μια στενή σχέση αγάπης με το παιδί αλλιώς αυτό σύντομα θα απομακρυνθεί από τις αξίες που πρεσβεύει.
2ον) να αποτελεί παράδειγμα των αξιών που διακηρύττει.
Αυτό λοιπόν που η επιστήμη διαπιστώνει στη σημερινή εποχή, ο Λόγος τού Θεού το εκφράζει εδώ και 2.000 και πλέον χρόνια, διά στόματος του Ιησού Χριστού:
«Διότι παράδειγμα έδωκα εις εσάς, διά να κάμνητε και σεις, καθώς εγώ έκαμον εις εσάς» (κατά Ιωάννην κεφ. 13/ιγ’ §15)
Όσον αφορά τη σχέση αγάπης και επικοινωνίας μεταξύ
γονέα και παιδιού, υπάρχουν μερικές βασικές αρχές
οι οποίες μπορούν να βοηθήσουν στην καλλιέργειά
της, εφαρμοζόμενες με τη σειρά με την οποία
παρατίθενται:
1. Αποδοχή:
Έκφραση της αγάπης με τέτοιο τρόπο ώστε το παιδί να
αναπτύξει την πεποίθηση πως ό,τι κι αν κάνει ο
γονιός του το αγαπάει. Αυτό οδηγεί στην
ανάπτυξη αισθήματος σιγουριάς επειδή το παιδί
βεβαιώνεται ότι έχει αξία για τους γονείς του η
οποία είναι δεδομένη και δεν καθορίζεται από την
καλή ή κακή συμπεριφορά του, από την επιτυχία ή την
αποτυχία του. Οπωσδήποτε η κακή συμπεριφορά δεν
επιδοκιμάζεται και λυπεί τους γονείς, αλλά πρέπει να
καταστεί σαφές ότι ακόμη και τότε η αγάπη και η
αποδοχή από τους γονείς συνεχίζει να υπάρχει.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα άνευ όρων αποδοχής μέσα στην Αγία Γραφή αποτελεί η ιστορία του ασώτου υιού (βλ. κατά Λουκάν κεφ. 15/ιε’ §11-32). Ο πατέρας δεν επικρότησε τη συμπεριφορά και τον τρόπο ζωής τού υιού του. Όμως όταν ο υιός είδε την κατάντια του και αποφάσισε να γυρίσει πίσω, ο πατέρας του δεν τον επίκρινε για τη συμπεριφορά του ούτε η αγάπη του για αυτόν είχε ελαττωθεί, αλλά τον αποδέχθηκε και τον αποκατέστησε.
Έτσι και η αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο και η αποδοχή Του είναι δεδομένη και δεν εξαρτάται από το αν ο άνθρωπος είναι άγιος ή αμαρτωλός. Αν ζει μέσα στην αμαρτία βεβαίως δεν γεύεται την αγάπη του Θεού (επειδή δεν υπάρχει σύναψη σχέσης) αλλά αυτή συνεχίζει να είναι δεδομένη προς αυτόν και να τον περιμένει να επιστρέψει:
«αλλ' ο Θεός
δεικνύει την εαυτού αγάπην εις ημάς, διότι
ενώ ημείς ήμεθα έτι αμαρτωλοί, ο Χριστός
απέθανεν υπέρ ημών» (προς Ρωμαίους κεφ. 5/ε’ §8).
2. Εκτίμηση:
Προσθέτει στην αποδοχή την αίσθηση της
σημαντικότητας. Η εκτίμηση αναπτύσσεται με τον
ειλικρινή έπαινο και την επιδοκιμασία των
–έστω και μικρών– επιτυχιών και κατορθωμάτων του
παιδιού. Αυτό δεν σημαίνει παραμέριση της πειθαρχίας
και της διόρθωσης, όποτε χρειάζεται. Αντιθέτως
μάλιστα, η αίσθηση εκ μέρους του παιδιού ότι ο
γονιός προσέχει και επιδοκιμάζει ό,τι γίνεται σωστά,
δημιουργεί ένα τέτοιο θετικό κλίμα ώστε να
υπάρχει πρόσφορο έδαφος για την εφαρμογή της
πειθαρχίας και της διόρθωσης.
Μέσα στην Αγία
Γραφή γίνεται κατά κόρον εφαρμογή αυτής της
αρχής (δηλ. της εκτίμησης) στις επιστολές του απ.
Παύλου. Ενώ οι επιστολές αποσκοπούν στη διόρθωση
των κακώς κειμένων κάθε εκκλησίας και στην πειθαρχία
στο θέλημα του Θεού, ο απ. Παύλος φροντίζει επιμελώς
να ξεκινάει τη συγγραφή κάθε επιστολής με έπαινο
και επιδοκιμασία του αγώνα και των πνευματικών
νικών των μελών της εκάστοτε εκκλησίας.
3. Αγάπη –
Στοργή:
Είναι λέξεις και πράξεις που φανερώνουν
το ενδιαφέρον για το παιδί τού δημιουργούν
την αίσθηση ότι είναι αξιαγάπητο. Αυτό είναι
μια ανάγκη του ανθρώπου σε οποιαδήποτε ηλικία
και οδηγεί σε στενή σύνδεση και σχέση
εμπιστοσύνης μεταξύ γονέα και παιδιού. Έρευνες
δείχνουν ότι άτομα τα οποία δεν γεύθηκαν αρκετή
αγάπη κατά την παιδική ηλικία από τους γονείς, την
αναζήτησαν κατά την εφηβική ηλικία σε άλλα πρόσωπα,
είτε συνάπτοντας πρώιμες προγαμιαίες
σχέσεις, είτε εμπλεκόμενα σε καταχρήσεις και
παράνομες ομάδες.
Η Αγία Γραφή είναι κυριολεκτικά γεμάτη από εδάφια που εκφράζουν ρητά την αγάπη τού Θεού προς τον άνθρωπο. Ο Ίδιος ο Θεός είναι αγάπη (βλ. Α’ Ιωάννου κεφ. 4/δ’ §16). Δεν πρόκειται όμως για μια αγάπη που κινείται μόνο σε λεκτικό – θεωρητικό επίπεδο, αλλά ο Θεός απέδειξε την αγάπη του έμπρακτα, γενόμενος ο Ίδιος άνθρωπος στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού και θυσιαζόμενος επάνω στο σταυρό για χάρη του ανθρώπου:
«διότι ο Υιός του
ανθρώπου δεν ήλθε διά να υπηρετηθή, αλλά διά να
υπηρετήση και να δώση την ζωήν αυτού λύτρον αντί
πολλών» (κατά Μάρκον κεφ. 10/ι’ §45).
4.
Διαθεσιμότητα:
Είναι η αφιέρωση χρόνου στο παιδί και
αποτελεί την έμπρακτη απόδειξη των τριών
προηγούμενων αρχών, αλλιώς τα λόγια μόνο περί
αποδοχής, εκτίμησης και αγάπης φαντάζουν ψεύτικα στα
αυτιά του παιδιού. Η αφιέρωση χρόνου και η
ενασχόληση με τα προβλήματα και τις υποθέσεις του
παιδιού (όσο ασήμαντα κι αν φαίνονται για τα μέτρα
ενός ενήλικα) τού δίνουν την πεποίθηση πως έχει
αξία για τους γονείς του αφού από το χρόνο που
τού αφιερώνουν φανερώνεται πόσο υψηλή
προτεραιότητα έχει στη ζωή τους.
Ακόμη κι αν ο διαθέσιμος ελεύθερος χρόνος των γονιών είναι λίγος λόγω υποχρεώσεων, η διαθεσιμότητά τους προς τα παιδιά είναι απολύτως απαραίτητη. Ορισμένοι πολυάσχολοι γονείς αναφέρουν ότι μπορεί να μην αφιερώνουν ποσοτικά πολύ χρόνο στα παιδιά τους αλλά αυτός ο λίγος χρόνος είναι τουλάχιστον ποιοτικός. Κάτι τέτοιο όμως είναι ουτοπικό καθώς ο ποιοτικός χρόνος δεν είναι κάτι το οποίο μπορεί να προκύψει «με το πάτημα ενός κουμπιού» και «κατά παραγγελία» μέσα σε ένα χρονικό διάστημα λίγων λεπτών, αλλά οι ποιοτικές στιγμές αναδύονται και προκύπτουν μέσα σε κάποιο ποσοτικό διάστημα χρόνου.
Αν και ο Θεός δεν υπόκειται σε χρονικούς περιορισμούς, εν τούτοις φανερώνει έμπρακτα τη διαθεσιμότητά Του σε κάθε άνθρωπο που θα Τον επικαλεστεί:
«Επικαλού Εμέ εν ημέρα θλίψεως, θέλω σε ελευθερώσει, και θέλεις με δοξάσει» (Ψαλμός 50/ν’ §15).
«Ο Θεός είναι καταφυγή
ημών και δύναμις, βοήθεια ετοιμοτάτη εν ταις
θλίψεσι»
(Ψαλμός 46/μς’ §1)
5. Υπευθυνότητα:
Όταν ο γονιός πρώτος δείχνει προθυμία να
αναλαμβάνει τις ευθύνες του και να είναι
υπόλογος όπου και όποτε χρειάζεται (ακόμη και
στα ίδια τα παιδιά του), τότε εκτός από το ότι ο
ίδιος γίνεται πιο ώριμο και ισορροπημένο άτομο,
επιπλέον διδάσκει με τον καλύτερο τρόπο τα παιδιά
του να είναι υπεύθυνα, να πειθαρχούν και να
υποτάσσονται στα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις που
τούς αναλογούν.
Με τον ίδιο τρόπο ο Ιησούς Χριστός, διεκπεραιώνοντας υπεύθυνα την αποστολή που Του ανέθεσε ο ουράνιος Πατέρας και υποτασσόμενος κατά πάντα στο θέλημά Του, έδωσε πρώτος σε εμάς το παράδειγμα της υποταγής και της πειθαρχίας στο θέλημα του Θεού:
«Το αυτό δε φρόνημα έστω εν υμίν, το οποίον ήτο και εν τω Χριστώ Ιησού, όστις εν μορφή Θεού υπάρχων, δεν ενόμισεν αρπαγήν το να ήναι ίσα με τον Θεόν, αλλ' εαυτόν εκένωσε λαβών δούλου μορφήν, γενόμενος όμοιος με τους ανθρώπους, και ευρεθείς κατά το σχήμα ως άνθρωπος, εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού» (προς Φιλιππησίους κεφ. 2/β’ §5-8).
Άλλωστε ένας γονιός που δείχνει υπευθυνότητα, εμπνέει αξιοπιστία ως προς τις κινήσεις που κάνει και τις αποφάσεις που λαμβάνει σχετικά με την οικογένεια. Αυτό ανοίγει το δρόμο στα παιδιά του για την αποδοχή της νουθεσίας και της πειθαρχίας.
Χαρακτηριστικό
παράδειγμα μέσα στην Αγία Γραφή αποτελεί ο
Νώε καθώς παρά το γεγονός ότι ο Θεός μίλησε μόνο
σ’ αυτόν για τον επερχόμενο κατακλυσμό, εν τούτοις
όλη η οικογένειά του δέχθηκε τη φαινομενικά παράδοξη
οδηγία κατασκευής της κιβωτού, επειδή ο πατέρας
τους ήταν αξιόπιστο πρόσωπο και είχαν τη
βεβαιότητα ότι πράγματι έχει οδηγία από το Θεό.
6. Πειθαρχία:
Για την ομαλή λειτουργία όλων των θεσμών και
των κοινωνικών σχέσεων είναι απαραίτητη η θέσπιση
και η τήρηση συγκεκριμένων ορίων και κανόνων.
Στην αντίθετη περίπτωση οι σχέσεις μεταξύ των
ανθρώπων γίνονται χαοτικές και τίποτα δεν
μπορεί να λειτουργήσει εύρυθμα. Το ίδιο λοιπόν θα
πρέπει να ισχύει μέσα στην οικογένεια.
Μια τέτοιου είδους πειθαρχία είναι απαραίτητη διότι δημιουργεί στα παιδιά αίσθημα σιγουριάς όσον αφορά τη λειτουργία της οικογένειας αλλά και προσωπικής ασφάλειας και προστασίας, διότι καθίσταται σαφές ότι τα πράγματα αλλά και τα ίδια τα άτομα δεν είναι ανεξέλεγκτα ή έρμαια των επιθυμιών τους.
Θα πρέπει όμως εδώ να τονιστεί ότι για να μπορέσει να εφαρμοστεί επιτυχώς μια τέτοιου είδους πειθαρχία, θα πρέπει απαραίτητα να έχει προηγηθεί η θεμελίωση μιας σχέσης αγάπης μέσα από τις προηγούμενες πέντε αρχές.
Εφόσον έχει γίνει αυτό, τότε όταν θα χρειαστεί ο γονιός να πειθαρχήσει το παιδί τότε αυτό θα γίνει πιθανόν με αυστηρό τρόπο αλλά το παιδί, όσο κι αν η πειθαρχία προς στιγμήν το δυσαρεστεί, θα έχει μέσα του τη βεβαιότητα 1ον ότι είναι προς όφελός του και 2ον ότι κίνητρο του γονιού του είναι η αγάπη.
Και σε αυτή την περίπτωση το πρώτο παράδειγμα δίδεται εκ μέρους του Θεού. Άλλωστε η οικογένεια, όπως και η εκκλησία, είναι θεοσύστατοι θεσμοί και παρόλο που «όπου είναι το Πνεύμα του Κυρίου, εκεί υπάρχει ελευθερία» (Β’ Κορινθίους κεφ. 3/γ’ §17) εν τούτοις ο Θεός έχει θεσπίσει ιεραρχίες και υπάρχουν και πνευματικοί νόμοι. Στη μεν εκκλησία υπάρχουν διακονίες και κυβερνήσεις, στη δε οικογένεια υπάρχουν οι γονείς, με τον πατέρα να είναι η κεφαλή της οικογένειας (όχι με την έννοια του δυνάστη αλλά με την έννοια του υπευθύνου για την πορεία της οικογένειας).
Επίσης, σε ατομικό επίπεδο, όταν ο Θεός περνάει από δοκιμασίες ή πειθαρχεί έναν άνθρωπο, καθίσταται σαφές (λόγω της αγαπητικής σχέσης που έχει προηγουμένως αναπτυχθεί) ότι αυτό γίνεται προς όφελος του ανθρώπου και ότι κίνητρο του Θεού είναι η αγάπη (βλ. προς Εβραίους κεφ. 12/ιβ’ §5-11).
Θα πρέπει τέλος να σημειωθεί ότι σε ορισμένες περιπτώσεις όπου η νουθεσία δεν φαίνεται να αποδίδει, τότε πιθανόν και ανάλογα με την περίπτωση, να χρειαστεί ο γονιός να αφήσει το παιδί να γευθεί τις συνέπειες των πράξεών του ώστε να διδαχθεί τουλάχιστον μέσα από αυτές.
Στην ιστορία του ασώτου υιού ένας τόσο αγαθός πατέρας αποκλείεται να μην παρείχε νουθεσία στα παιδιά του στα χρόνια της παιδικής τους ηλικίας. Εν τούτοις στο νεότερο υιό του η νουθεσία αυτή δεν βρήκε απήχηση. Γι’ αυτό και ο πατέρας δεν τον εμπόδισε να φύγει από το σπίτι ώστε να διδαχθεί τουλάχιστον από τις συνέπειες των πράξεών του.
Κλείνοντας, θα θέλαμε να θέσουμε και μία ακόμη πολύ σημαντική παράμετρο. Διότι μπορεί κάποιος γονιός να εφαρμόζει όλα τα παραπάνω με τον καλύτερο τρόπο και ακολουθώντας τις οδηγίες του Λόγου του Θεού, αλλά πάντοτε υπάρχει ο παράγοντας «άνθρωπος» (που περιλαμβάνει κακές στιγμές, λάθη, αδυναμίες και ελαττώματα) που σε συνδυασμό με πιθανές απροσδόκητες περιστάσεις μπορεί να οδηγήσουν σε λάθος χειρισμούς και συμπεριφορές.
Είναι λοιπόν απολύτως απαραίτητο οι γονείς να φέρνουν τα παιδιά τους αλλά και τους εαυτούς τους ενώπιον του Κυρίου με προσευχή ώστε Αυτός να αναλαμβάνει αυτές τις δύσκολες περιστάσεις αλλά και να τους ενδυναμώνει διά Πνεύματος Αγίου ώστε στις κρίσιμες στιγμές να επιδεικνύουν σοφία και ψυχραιμία. Και είναι καλό η προσευχή αυτή να γίνεται, αν είναι δυνατόν, από όλη την οικογένεια μαζί (οικογενειακό θυσιαστήριο), ώστε γονείς και παιδιά να αποκτούν ενότητα μέσα από τον κοινό αυτό αγώνα αλλά και τα ίδια τα παιδιά να παραδειγματίζονται από τις πνευματικές συνήθειες των γονιών τους.
Για αυτό και είναι απαραίτητο κάθε χριστιανική οικογένεια να μην αμελεί:
το οικογενειακό θυσιαστήριο με την ενεργή συμμετοχή όλων των μελών της οικογένειας.
τη συστηματική ανάγνωση και συμμελέτη του Λόγου Του Θεού από όλη την οικογένεια.
την τακτική παρουσία και συμμετοχή της στην τοπική εκκλησία.
τη συμμετοχή των παιδιών στο Κυριακό Σχολείο και στις συναθροίσεις της Νεολαίας.
Επειδή γνωρίζουμε ότι
το καλό έργο θα επιτελεστεί:
«Ουχί διά δυνάμεως ουδέ διά ισχύος αλλά διά
του Πνεύματός μου, λέγει ο Κύριος των δυνάμεων»
(Ζαχαρίας κεφ. 4/δ' §6)
και ότι: «εάν ο
Κύριος δεν οικοδομήση οίκον, εις μάτην
κοπιάζουσιν οι οικοδομούντες αυτόν» (Ψαλμός
127/ρκζ' §1).
***
Τα
περιεχόμενα του άρθρου αποτελούν περίληψη της
εκπομπής
"Χριστιανισμός
και Επιστήμη" της 29/11/2012.