Ο
ανώτερος τρόπος επικοινωνίας του ανθρώπου, σε
αντιδιαστολή με τα ζώα, είναι ο λόγος. Με τον τρόπο
αυτό η Αγία Γραφή, που είναι ο Λόγος του Θεού,
μιλάει κατευθείαν μέσα στην καρδιά, το πνεύμα, το
νου και τη συνείδηση του ειλικρινούς ανθρώπου.
Η Αγία Γραφή γράφτηκε μέσα σε ένα διάστημα περίπου
15 αιώνων και από περίπου 40 διαφορετικούς
συγγραφείς. Αποτελείται από την Παλαιά Διαθήκη και
την Καινή Διαθήκη και κάνει έναν πολύ σοβαρό
ισχυρισμό: «Είναι ο Λόγος του Θεού».
Ο ισχυρισμός αυτός αποδεικνύεται από μόνος του όταν
ο ειλικρινής άνθρωπος πάρει στα χέρια του την Αγία
Γραφή, όμως θέλουμε να δούμε την αξιοπιστία της
Αγίας Γραφής όχι μόνο σαν αποτέλεσμα της επίδρασης
στη ζωή του ανθρώπου, που είναι και το πρωταρχικό
στοιχείο για την αξιοπιστία της (Α’ Θεσ. β’ 13),
αλλά και μέσα από την αρχαιολογία και τη μελέτη των
αρχαίων κειμένων.
Οι συγγραφείς της Αγίας Γραφής είναι περίπου 40
διαφορετικά πρόσωπα που έζησαν σε διαφορετικές
εποχές και διαφορετικό κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο. Το
αποτέλεσμα όμως είναι ένα ομοιογενές βιβλίο
καθώς η αίσθηση που δίνει η ανάγνωση της Αγίας
Γραφής είναι ότι δεν αλλάζεις βιβλίο αλλά ότι
πρόκειται συνέχεια για το ίδιο βιβλίο.
Αυτό αποτελεί διάψευση του ισχυρισμού ότι τα κείμενα
της Αγίας Γραφής είναι προσπάθεια ιερατείων και
διαφόρων κέντρων εξουσίας να κατευθύνουν και να
ελέγχουν τον απλό κόσμο, δεδομένου επιπλέον ότι κατά
καιρούς τα εκάστοτε ιερατεία ήταν αυτά τα οποία
καταδίωξαν όσους πίστευαν και ακολουθούσαν τα
κείμενα αυτά.
Στα επόμενα θέματά μας θα αναφερθούμε αναλυτικότερα
και σε ευρήματα και πορίσματα του διάσημου μελετητή
και αρχαιολόγου Sir W. Ramsay
ο οποίος ασχολήθηκε με την αρχαιολογία με
αποκλειστικό σκοπό να αποδείξει ότι η διήγηση
του βιβλίου των Πράξεων των
Αποστόλων, είναι λανθασμένη όμως έπειτα από 25
χρόνια ερευνών απέδειξε το αντίθετο και μεταστράφηκε
από την αθεΐα στο Χριστιανισμό.
Ένα βασικό ερώτημα είναι πώς
γνωρίζουμε ότι το κείμενο που διαβάζουμε σήμερα στην
Παλαιά Διαθήκη είναι το ίδιο με το πρωτότυπο εβραϊκό
κείμενο; Καταρχήν όσον αφορά το κείμενο, υπάρχει η
μετάφραση των Ο’ στα ελληνικά που έγινε τον
3ο αιώνα π.Χ. και το Μασοριτικό κείμενο του
οποίου τα τελευταία χειρόγραφα χρονολογούνται τον 9ο
αιώνα μ.Χ. οπότε και αμφισβητήθηκε η αξιοπιστία τους.
Όμως το 1947 ήρθαν στο φως τα χειρόγραφα του Κουμράν
(χειρόγραφα της Νεκράς Θάλασσας) τα οποία χρονολογούνται στο 2ο και 1ο αιώνα π.Χ. και
τα οποία έρχονται να επιβεβαιώσουν την αξιοπιστία
του Μασοριτικού κειμένου.
Ένας σημαντικός παράγοντας που εξασφαλίζει
ότι τα κείμενα της Παλαιάς Διαθήκης που έχουμε
σήμερα στα χέρια μας είναι αξιόπιστα ως προς τα
πρωτότυπα, είναι το γεγονός ότι την αντιγραφή των
χειρογράφων είχαν αναλάβει εξειδικευμένοι
αντιγραφείς που ονομάζονταν ταλμουδιστές και
οι οποίοι τηρούσαν πραγματικά αυστηρότατους κανόνες
κατά την αντιγραφή των ιερών κειμένων προκειμένου να
αποφευχθει οποιοδήποτε λάθος.
Επίσης είναι καταφανείς οι διαφορές της Αγίας Γραφής
και ιδιαίτερα της Παλαιάς Διαθήκης με τις
μυθολογικές αφηγήσεις αρχαίων λαών. Τα κείμενα της
Αγίας Γραφής παρέχουν σαφή χωρική και χρονική
τοποθέτηση των γεγονότων, απόλυτη συνέπεια ως προς
ιστορικά και επιστημονικά δεδομένα και αμεροληψία
στην περιγραφή των προσώπων· τα πρόσωπα της Αγίας
Γραφής δεν εξιδανικεύονται αλλά πολλές φορές
καταδεικνύονται και οι αδυναμίες τους. Ξεκάθαρος
σκοπός όλων των κειμένων είναι να αναδειχτεί
αποκλειστικά ένα πρόσωπο, ο Ιησούς Χριστός.
Για την επιβεβαίωση των παραπάνω μπορούμε ενδεικτικά
να κάνουμε μια σύγκριση των κειμένων της Γένεσης που
αναφέρονται στη Δημιουργία, με τις αντίστοιχες
κοσμογονικές διηγήσεις άλλων αρχαίων λαών και κυρίως
με το βαβυλωνιακό έπος Ενούμα Έλις. Η
ανωτερότητα και η διαφοροποίηση της Γένεσης
επικεντρώνεται στην απλότητα αλλά και συνέπεια της
περιγραφής, στην αποκλειστικότητα της διατύπωσης της
ιδέας της δημιουργίας εκ του μηδενός από έναν Θεό
που βρίσκεται έξω από το χώρο και τον χρόνο, και
είναι ακριβώς ένας Θεός και όχι πολλοί. Αυτό
καταρρίπτει τον ισχυρισμό της προέλευσης της
βιβλικής αφήγησης από άλλες αρχαίες διηγήσεις καθώς
η διαπιστωμένη εξέλιξη της θρησκευτικότητας του
ανθρώπινου πολιτισμού έχει κατεύθυνση από τον
μονοθεϊσμό στον πολυθεϊσμό και ποτέ αντίθετα,
σημείο στο οποίο βλέπουμε να ξεχωρίζει η βιβλική
αφήγηση.
***
Τα
περιεχόμενα του άρθρου αποτελούν περίληψη της
εκπομπής "Χριστιανισμός
και Επιστήμη" της 14/02/2008. Το σχετικό υλικό
παρατίθεται στη δεξιά στήλη.